Ομοτοξικολογία

Η ομοτοξικολογία θεμελιώθηκε το 1952 από τον Γερμανό γιατρό, Dr Hans Heninrich Reckewg και θεωρεί όλες τις παθήσεις αντίδραση του οργανισμού ενάντια στα δηλητήρια που παράγονται από την ίδια την ασθένεια. Homotoxine σημαίνει «ανθρώπινο δηλητήριο» και προέρχεται από τη λατινική λέξη homo που σημαίνει άνθρωπος και την ελληνική λέξη τόξον που σημαίνει δηλητήριο. Η ομοτοξικολογία συναντάται κάπου ανάμεσα στην ομοιπαθητική και την κλασική ιατρική. Είναι η μέθοδος θεραπείας που ασχολείται με τις ουσίες που επηρεάζουν τον ανθρώπινο οργανισμό είτε με εξωγενή είτε με ενδογενή τρόπο.

Η θεραπεία πραγματοποιείται με Δυναμοποιημένα Βιολογικά Σύνθετα Σκευάσματα που χορηγούνται ανάλογα με τη φάση της πάθησης. Τα σκευάσματα αυτά είναι συνδυασμοί μεμονωμένων στοιχείων που χρησιμοποιούνται στην κλασσική ομοιοπαθητική ωστόσο, ο τρόπος επιλογής τους δεν έχει καμία σχέση με αυτόν της παραδοσιακής ομοιοπαθητικής αλλά βασίζεται στη διάγνωση όπως αυτή πραγματοποιείται από την κλασσική ιατρική ή οποία εξετάζει ένα ή περισσότερα συμπτώματα. Το κέντρο βάρους είναι οι χρόνιες παθήσεις πχ αλλεργικό συνάχι, ζαλάδες, ίλιγγος, οξείες παθήσεις πχ στομάχου και εντέρου αλλά και τραυματισμοί.

Τα εν λόγω σκευάσματα ενεργοποιούν τις αμυντικές δυνάμεις του ίδιου του οργανισμού και βελτιώνουν τις λειτουργίες του ενώ την ίδια στιγμή μπορούν να ληφθούν για μεγάλο χρονικό διάστημα χωρίς κανένα κίνδυνο, γι αυτό άλλωστε και η χορήγησή τους στις χρόνιες παθήσεις είναι ιδανική. Κατά κανόνα και ειδικά σε περιπτώσεις που μας ταλαιπωρούν καιρό, απαιτείται ένα χρονικό περιθώριο μέχρι να «απαντήσουν» οι ρυθμιστικοί μηχανισμοί του οργανισμού στα ήπια ερεθίσματα των ενεργών βιολογικών ουσιών ώστε αυτά με τη σειρά τους, να εμφανίσουν τα αποτελέσματα της θεραπευτικής τους δράση.

Η θεραπεία γίνεται με σκοπό την αποκατάσταση της γενικής ευεξίας του ατόμου. Ο ανθρώπινος οργανισμός παίρνει μια πληροφορία που περιλαμβάνεται στο σκεύασμα και με τη σειρά της αυτή η πληροφορία, ενεργοποιεί τους μηχανισμούς αυτοθεραπείας. Η ομοτοξικολογία ως θεραπευτική μέθοδος έχει αποτελέσματα ακόμα κι εκεί που οι ρυθμιστικοί μηχανισμοί είναι εξαντλημένοι.

Χρόνιες επιβαρυντικές καταστάσεις, κατά τις οποίες οι τοξίνες δεν έχουν αποβληθεί επαρκώς είναι δυνατόν να οδηγήσουν σε μπλοκάρισμα των ρυθμιστικών μηχανισμών μας, γι’ αυτό άλλωστε πρέπει να εξουδετερωθούν ώστε να αποκατασταθούν οι φυσιολογικές μας λειτουργίες, ανάμεσα τους και αυτή της ίασης.

Τέτοιες καταστάσεις είναι:

  • φλεγμονές (π.χ. χαλασμένα δόντια, παραρινοκολπίτιδες)
  • τραυματισμοί
  • στραμπουλήγματα
  • αρθρίτιδες
  • διαταραγμένες περιοχές (π.χ. ακτινοβολία)
  • διαταραχή της εντερικής χλωρίδας
  • παρουσία δηλητηριωδών ουσιών (βαρέων μετάλλων)
  • υπολειμματικές καταστάσεις που προκλήθηκαν από παρενέργειες φαρμάκων (π.χ. κορτιζόνη, κυτταροστατικά, αντιιβιοτικά)
  • ψυχική δυσφορία
  • περιβαλλοντικές αλλεργίες